Η ιστορία του Gorilla Glass και των smartphones ξεκινά το 2005 μαζί με το πρώτο iPhone: η συνάντηση του Steve Jobs με τον Wendell Weeks, CEO της Corning, της εταιρείας που το εφηύρε και το κατασκευάζει, ανήκει στη σφαίρα των θρυλικών γεγονότων που άλλαξαν τον ρου της ιστορίας. Ο Jobs έβαλε στον Weeks μια φαινομενικά ακατόρθωτη πρόκληση: να βρει τρόπο να κατασκευάσει εκατομμύρια τετραγωνικά μέτρα υπέρλεπτου και υπέρ-ανθεκτικού γυαλιού, το οποίο δεν είχε εφευρεθεί ακόμη, και να το κάνει εντός έξι μηνών. Ο Jobs ήθελε να καλύψει την οθόνη της νέας συσκευής που ετοίμαζε, του πρώτου iPhone, με γυαλί και όχι με πλαστικό.
Η Corning είχε εφεύρει, κατά τύχη ένα γυαλί πολύ μεγάλης ανθεκτικότητας στις αρχές της δεκαετίας του ’60. Αν και πρωτοποριακό, το υλικό αυτό, το οποίο η Corning ονόμαζε «Chemcor», δεν είχε βρει χρήση. Η Corning έβαλε τους καλύτερους ερευνητές της και, προφανώς, κατάφερε και τροποποίησε τη σύνθεση και τον τρόπο κατασκευής του Chemcor έτσι ώστε να γίνει αρκετά λεπτό και εύκολο στην κατασκευή, για να προλάβει τη διορία του Jobs. Το αποτέλεσμα πήρε το όνομα «Gorilla Glass».
Έκτοτε, η Corning συνεχίζει και βελτιώνει τη σύνθεση του Gorilla Glass και έχει κυκλοφορήσει άλλες πέντε γενιές, με την τελευταία, το Gorilla Glass 6, να είναι η πιο πρόσφατη και η καλύτερη απ’ όλες. Κάθε γενιά είχε σημαντικές βελτιώσεις από την προηγούμενη. Για παράδειγμα, το πρώτο Gorilla Glass είχε πάχος 1,5 χιλιοστά, ολεοφοβική επικάλυψη και άντεχε σε γρατζουνιές, σπασίματα αλλά και δαχτυλιές. Το Gorilla Glass 2 βγήκε το 2012 και ήταν 20% πιο λεπτό, διατηρώντας τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά ίδια, κάτι που οδήγησε πολλούς κατασκευαστές smartphones να το υιοθετήσουν. Το Gorilla Glass 3 του 2013 αύξησε την αντοχή, όντας πιο ισχυρό, πιο εύκαμπτο και με μεγαλύτερη αντοχή σε γρατζουνιές. Μετά από έρευνες, η Corning είδε πως οι χρήστες ανησυχούσαν περισσότερο για το αν το κινητό τους πέσει και η οθόνη του σπάσει, κάτι που κατεύθυνε την ανάπτυξη του Gorilla Glass 4, το οποίο κυκλοφόρησε στα τέλη του 2014, στο να είναι πιο ανθεκτικό σε πτώσεις, ικανό να αντέχει πτώση από ύψος ενός μέτρου χωρίς να σπάει στο 80% των περιπτώσεων. Στα μέσα του 2016 ανακοινώθηκε το Gorilla Glass 5, το οποίο βελτιώθηκε ώστε να είναι τέσσερις φορές πιο ανθεκτικό σε πτώσεις· η εταιρεία αναφέρει πως σε πτώση από 1,6 μέτρα σε σκληρή επιφάνεια, στο 80% των περιπτώσεων. Τέλος, τον περασμένο Ιούλιο, η Corning κυκλοφόρησε το Gorilla Glass 6, το οποίο διαφημίζεται ως το πιο ανθεκτικό όλων και το οποίο, σε εργαστηριακές δοκιμές, αντέχει 15 πτώσεις από ύψος ενός μέτρου και έχει αποδειχθεί δύο φορές καλύτερο του προηγούμενου Gorilla Glass 5.
Γυαλί 2.5D
Πολλά smartphones κυκλοφορούν με την ένδειξη 2.5D glass στα χαρακτηριστικά τους. Κι όμως, αυτή η ονομασία δεν είναι κάποιο είδος γυαλιού το οποίο είναι ανταγωνιστικό του Gorilla Glass. Αντιθέτως, το 2.5D αφορά το γεγονός πως το γυαλί που καλύπτει την οθόνη είναι κυρτό στις άκρες. Το ίδιο το γυαλί αυτό μπορεί να είναι Gorilla Glass, μπορεί και όχι. Η ένδειξη 2.5D δεν σημαίνει τίποτε περισσότερο από το ότι το σχήμα του γυαλιού δεν είναι εντελώς επίπεδο αλλά ελαφρώς κυρτό και, ίσως, ελαφρά πιο λεπτό στα άκρα απ’ ότι στο κέντρο.
Γορίλας εναντίον 2.5D
Έχοντας διαβάσει τα προηγούμενα, θα έχεις καταλάβει πως το Gorilla Glass είναι καλύτερο όσο πιο καινούρια είναι η γενιά. Το 6 είναι καλύτερο από το 5, το 5 από το 4, κ.ο.κ. Κάθε νέα έκδοση είναι βελτίωση της προηγούμενης και το 6 αντέχει περισσότερο απ’ όλα, ειδικά όσον αφορά πτώσεις. Αν αυτό είναι κάτι που σε ανησυχεί, φρόντισε το επόμενό σου smartphone να διαθέτει Gorilla Glass 6 και όχι κάποιο ανώνυμο σκληρυμένο γυαλί.
Προσοχή όμως: αν και οι περισσότερες εταιρείες διαφημίζουν τη χρήση του Gorilla Glass στις συσκευές τους και η ίδια η Corning διαθέτει λίστα με τα προϊόντα που το έχουν, ενώ υπάρχουν και κάποιες λίγες εξαιρέσεις.
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.